Δευτέρα 10 Αυγούστου 2009

Ενδιαφέρον

TOYPKIA: ΘΕΡΜΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΡΟ TOY ΑΔΙΕΞΟΔΟΥ;


Prepared: Oct 25 15:24:37 1995, Author: -Κτενάς Χρήστος


TOYPKIA: ΘΕΡΜΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΡΟ TOY ΑΔΙΕΞΟΔΟΥ;

Πριν από 40 χρόνια, τα μεσάνυχτα της 5ης Σεπτεμβρίου 1955, μια έκρηξη στον κήπο του τουρκικού προξενείου στη Θεσσαλονίκη προξενεί μικρές ζημιές στο κτίριο και στο διπλανό σπίτι όπου είχε γεννηθεί ο Κεμάλ Ατατούρκ. H έκρηξη, μια τουρκική προβοκάτσια με πιθανή συμμετοχή πρακτόρων και από άλλες χώρες, απέδειξε περίτρανα την ικανότητα της Τουρκίας να επιλύει τα προβλήματά της και να επιτυγχάνει τις επιδιώξεις της χρησιμοποιώντας κάθε μέθοδο.
Το περιστατικό ακολούθησαν τεράστιας έκτασης ταραχές στην Κωνσταντινούπολη με στόχο το ελληνικό στοιχείο. Τα οργανωμένα επεισόδια κατέληξαν σε μαζικές λεηλασίες και καταστροφές ελληνικών περιουσιών, εκκλησιών, του ελληνικού προξενείου στη Σμύρνη, σχολείων και χριστιανικών νεκροταφείων. Μα πιο σημαντικές ήταν οι επιθέσεις εναντίον Ελλήνων με τρεις τουλάχιστον νεκρούς, εκατοντάδες τραυματίες και χιλιάδες κακοποιημένους (Σημ. 1). Μετά τα επεισόδια αυτά έσβησε και η ελληνική παρουσία στην Κωνσταντινούπολη με μαζική έξοδο των εκεί Ελλήνων προς την Ελλάδα.

του Χρήστου Κτενά

H Τουρκία σχεδόν από την κεμαλική αναγέννησή της ακολουθεί μια σταθερή και συστηματική επιθετική πολιτική απέναντι στην Ελλάδα. H πολιτική αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί σαν μια αλληλουχία βίαιων γεγονότων (πάντα οργανωμένων από την τουρκική κυβέρνηση) και κυνικών διαπραγματεύσεων που αποσκοπούν -και μέχρι σήμερα επιτυγχάνουν- την αύξηση της τουρκικής επιρροής πέρα από τα σύνορα της. Σήμερα 40 χρόνια από τα γεγονότα του 1955 η Τουρκία έχει πετύχει και την αύξηση του γεωγραφικού χώρου της (Κύπρος, επιχείρηση «Ατσάλι» στο Βόρειο Ιράκ για την εξόντωση των κούρδων ανταρτών). H επιθετικότητα όμως της Τουρκίας δεν εκδηλώνεται μόνο απέναντι στην Ελλάδα.
Πολλά συνοριακά επεισόδια στο παρελθόν στα σύνορα με την τότε Σοβιετική Ένωση, οι τεταμένες σχέσεις με το Ιράκ για τα θέματα των Κούρδων, η διαχείριση των υδάτων των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, η προσπάθεια επέμβασης στη Βουλγαρία με τη στήριξη τουρκικού κόμματος, η αποστολή στρατευμάτων στην τέως Γιουγκοσλαβία -υπό την αιγίδα του OHE- αποδεικνύουν μια επεκτατική πολιτική προς όλες τις διευθύνσεις του ορίζοντα. H Ελλάδα και η Κύπρος έχουν υποστεί τα περισσότερα, τα τελευταία χρόνια, με τη διεθνή ανοχή, ενώ η κατάρρευση του Ανατολικού συνασπισμού μάλλον θα αυξήσει και την τουρκική επιθετικότητα προς Βορρά και Ανατολή. Το γιατί η Τουρκία ακολουθεί μια τέτοια πολιτική είναι ένα θέμα που αξίζει να αναλυθεί. Στο άρθρο αυτό θα ασχοληθούμε με το τι μια τέτοια πολιτική προμηνύει για την Ελλάδα στα προσεχή χρόνια. Τρία είναι τα μέτωπα πιθανής αντιπαράθεσης Ελλάδας και Τουρκίας. H Κύπρος, το Αιγαίο και η Θράκη. Ας δούμε σε κάθε χώρο τι έχει συμβεί τα τελευταία χρόνια.

Κύπρος

Έχουν ήδη περάσει 21 χρόνια από την εισβολή στην Κύπρο και η Τουρκία σε αυτό το διάστημα κατάφερε να σταθεροποιήσει τη θέση της στα κατεχόμενα. Οι Ελληνοκύπριοι έχουν σχεδόν ολοκληρωτικά εκδιωχτεί από το βόρειο μέρος του νησιού και το ψευδοκράτος έχει συγκροτήσει διοικητικό μηχανισμό που έστω και με σοβαρά προβλήματα λειτουργεί. Παρόλο δε του ότι εξαρτάται από την Τουρκία για την επιβίωση του, έχει καταφέρει με το πέρασμα του χρόνου να αποκτήσει κάποια διεθνή παρουσία διατηρώντας εμπορικές σχέσεις με κάποιες χώρες, ενώ υπάρχει ολοένα αυξανόμενη τουριστική κίνηση από χώρες της κεντρικής Ευρώπης. Τα μεγέθη είναι βέβαια πάντα μικρά, σηματοδοτούν όμως μια παράνομη κατοχή που στο διεθνές προσκήνιο έχει γίνει εν μέρη αποδεκτή έστω και ανεπίσημα.
Το μεγαλύτερο όμως κέρδος της Τουρκίας από το 1974 είναι η διάχυτη αίσθηση του τετελεσμένου στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Τα συλλαλητήρια του παρελθόντος, οι πύρινοι λόγοι, η συλλογική μνήμη της καταστροφής έχουν δυστυχώς ατονήσει.
Πλέον και ο OHE αντιμετωπίζει το Κυπριακό σαν ένα αδιέξοδο και κατά καιρούς ακούγονται σενάρια για περιορισμό της παρουσίας των ειρηνευτικών στρατευμάτων στην ουδέτερη ζώνη. H διεθνής πίεση προς την Τουρκία ήταν από το 1974 υποτονική και έχει μετεξελιχθεί σε διπλωματική σκιαμαχία άνευ ουσίας και αποτελέσματος.
Συνολικά η Τουρκία μπορεί να θεωρήσει την εισβολή επιτυχημένη καθώς 21 χρόνια μετά δεν έχει χάσει τίποτα από όσα είχε κατακτήσει και μάλιστα έχει παγιώσει την κατοχή στη διεθνή πολιτική σκηνή.

Αιγαίο

Στο Αιγαίο η Τουρκία δεν έχει να επιδείξει γεωγραφικές κατακτήσεις, αλλά έχει επιτύχει τον περιορισμό της ελληνικής δραστηριότητας σε πολιτικό επίπεδο.
Δύο είναι τα κύρια σημεία τριβής, όπου και στα δύο υπάρχει τουρκική επιτυχία.
Καταρχήν η Ελλάδα δεν έχει προχωρήσει σε εκμετάλλευση του Αιγαίου παρόλο που είχε διακινδυνεύσει μία σύγκρουση με την Τουρκία το Μάρτιο του 1987 γι' αυτό ακριβώς το θέμα. H ισχνή παραγωγή πετρελαίου στη Θάσο δεν είναι παρά μια ελάχιστη προσπάθεια που πολύ απέχει από τη συστηματική διερεύνηση του υποθαλάσσιου πλούτου.
Δεύτερον η Ελλάδα αναβάλλει συνεχώς την επέκταση των χωρικών της υδάτων στα 12 μίλια, ένα απόλυτα νόμιμο δικαίωμα της που οριστικά θα έλυνε το όποιο πρόβλημα αμφισβήτησης της κυριότητας μεγάλων περιοχών του Αιγαίου. H Τουρκία με την απειλή πολέμου που επισείει έχει επιτύχει την αδράνεια της Ελλάδας, μια αδράνεια που μεταφράζεται χρονικά σε αποποίηση νόμιμων δικαιωμάτων μας εντός των συνόρων. Στη διεθνή πολιτική ένα δικαίωμα που δεν ασκείται σύντομα χάνει και τη νομική του υπόσταση και δημιουργείται νέο δίκαιο εθιμικό, αυτό της τρέχουσας πραγματικότητας.

Θράκη

H Θράκη μπορεί να παρομοιαστεί με νέα Κύπρο. H παρουσία μιας ισχυρής μουσουλμανικής μειονότητας με αυξανόμενη τουρκική εθνική συνείδηση, οι τριβές της μειονότητας με τους χριστιανούς κατοίκους της περιοχής, η δράση τουρκικών μυστικών υπηρεσιών, η φιλολογία περί εθνικής καταπίεσης και η προσπάθεια αυτόνομης πολιτικής εκπροσώπησης με τουρκικά κόμματα και βουλευτές θυμίζουν έντονα τα Κυπριακά του 1950-'60.
H Τουρκία με τη συστηματική στήριξη του εθνικιστικού και εξτρεμιστικού στοιχείου της μειονότητας έχει αποκτήσει προσβάσεις σε όλους τους μουσουλμάνους της Θράκης ακόμα και σε πληθυσμούς (Πομάκοι, Αθίγγανοι) που καμία εθνολογική σχέση δεν έχουν με αυτή.
H επίθεση αυτήν τη φορά γίνεται θρησκευτικά με κατευθυνόμενους από την Αγκυρα ιμάμηδες, πολιτιστικά με τη μετάδοση τουρκικών τηλεοπτικών προγραμμάτων δορυφορικά (με το Τουρκικό προξενείο να πριμοδοτεί οικονομικά την αγορά δορυφορικών δεκτών), πολιτικά με καθοδηγούμενους τοπικούς ηγέτες και υποψήφιους βουλευτές και ακόμα με χονδροειδείς περιοδείες τούρκων επισήμων που δηλώνουν πως η «Τουρκία είναι εδώ».
Το ελληνικό κράτος με μια σειρά από ατυχέστατες πολιτικές επιλογές έχει δημιουργήσει στη μειονότητα το αίσθημα του διωκόμενου και σχεδόν τους εξωθεί στην προπαγάνδα των εξτρεμιστικών στοιχείων.
H γειτονία της μειονότητας με τα σύνορα συντηρεί και την αίσθηση Πέμπτης Φάλαγγας στην ελληνική κοινωνία με αποτέλεσμα τη σταδιακή εγκατάλειψη της περιοχής από το ελληνοχριστιανικό στοιχείο.
Επιτυχής μπορεί να θεωρηθεί και εδώ η Τουρκία καθώς έχει δημιουργήσει στην Ελλάδα εσωτερικό εθνολογικό πρόβλημα που συστηματικά προβάλλεται και διεθνώς.
H Τουρκία συγκρούεται με την Ελλάδα σε τρεις γεωγραφικές περιοχές διεκδικώντας παντού χώρο, δικαιώματα, κυριαρχία.
Και στις τρεις μπορεί να επιδείξει μερική έως πλήρη επιτυχία, γεγονός που οπωσδήποτε ενισχύει την επιθετικότητα της στο μέλλον.
Πρέπει να τονιστεί η ποικιλία που διαθέτει και χρησιμοποιεί η Τουρκία στην επιθετική εξωτερική της πολιτική. Είναι ένας συνδυασμός ωμής βίας (Κύπρος), νομικών αμφισβητήσεων (υφαλοκρηπίδα), πολιτικής υπονόμευσης (μειονότητα) που εναλλάσσονται αποσκοπώντας στη συνεχή ενίσχυση της στον ευρύτερο γεωγραφικό της χώρο.

Είναι πιθανή μέσα στα επόμενα χρόνια μια επιθετική στρατιωτική κίνηση της Τουρκίας προς την Ελλάδα;

Είκοσι ένα χρόνια μετά την εισβολή στην Κύπρο μπορεί να πλησιάζει σχεδόν νομοτελειακά η ημερομηνία μιας νέας επιθετικής ενέργειας. H κίνηση φυσικά δεν θα γίνει από κάποιο μυστηριακό πλήρωμα του χρόνου αλλά από την προμελετημένη, συνολικά επεκτατική, πολιτική της Τουρκίας.
Ιστορικά η Τουρκία δεν έχει διστάσει να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία για την επίτευξη των σκοπών της. Τα τουρκικά επιτελεία οργανωμένα τον τελευταίο αιώνα με γερμανικά πρότυπα διοίκησης έχουν ενστερνιστεί απόλυτα τη ρήση του Κλαούζεβιτς «ο πόλεμος είναι μια απλή συνέχιση της πολιτικής με άλλα μέσα». Ποιοι είναι όμως οι παράγοντες που οδηγούν την Τουρκία κάθε φορά να αποφασίζει μία στρατιωτική ενέργεια εναντίον της Ελλάδας;

α. Εσωτερική πολιτική σκηνή

H κυριαρχία του στρατού στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας είναι πολιτικά και ιστορικά κατοχυρωμένη. O στρατός αποτελεί ξεχωριστό κοινωνικό σώμα με κύριο στόχο την υπεράσπιση και ανάδειξη μιας κεμαλικής μεγαλοϊδεατικής Τουρκίας.
O συνδυασμός της κεμαλικής ευρωπαϊκής στροφής και της κληρονομιάς της οθωμανικής εξαπλώσεως και κυριαρχίας συνθέτουν ένα στρατό με ιδεολογικά χαρακτηριστικά και πολιτική άποψη. Το δόγμα των δυτικών κρατών ότι ο στρατός είναι όργανο της πολιτικής εξουσίας στην Τουρκία δεν εφαρμόστηκε ποτέ, καθώς ο στρατός ήταν και πολιτική εξουσία.
H παρουσία του στρατού είναι συνεχής και όποτε η πολιτική σκηνή ξέφευγε από τις βασικές πολιτικές γραμμές, που άγραφα είχαν καθοριστεί ή η διαφθορά του πολιτικού κόσμου ξεπερνούσε τα αποδεκτά, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα αποκαθιστούσε την «τάξη» (Σημ. 2).
H στρατιωτική επιβολή στην Τουρκία δεν παίρνει το χαρακτήρα αυστηρού καταναγκασμού καθώς είναι κοινωνικά αποδεκτή η πολιτική παρουσία του στρατού που εμφανίζεται σαν ο εγγυητής της προόδου και του κεμαλισμού. Στο συνονθύλευμα της τουρκικής πολιτικής που οριοθετείται από ακροδεξιά, ακροαριστερή και ισλαμική τρομοκρατία ο στρατός φαντάζει πολιτικά σταθερός και αυτοσυγκρατημένος.
Δεν είναι φυσικά η στρατιωτική πολιτική παρουσία ιδανική και ανεξέλεγκτη. Στο πολιτικό όμως παζάρι η γνώμη του στρατού είναι βαρύνουσα και πολλές φορές δεσμευτική.
H ανάπτυξη της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας την τελευταία δεκαετία έχει προσφέρει και σημαντική άμεση λαϊκή στήριξη στο στρατό. Ένα σύνολο επιχειρηματιών, τραπεζών, εργολάβων, επιστημόνων και εργατών που αποτελούν τους επενδυτές, διαχειριστές και εργαζόμενους της πολεμικής βιομηχανίας εξαρτώνται από την ισχυρή θέση του στρατού που είναι ο μεγαλύτερος πελάτης τους.
O στρατός που διαθέτει και μεγαλοϊδεατισμό και πολιτική παρουσία είναι η κινητήρια δύναμη υιοθέτησης στρατιωτικών κινήσεων. Ήδη ο τουρκικός στρατός έχει δείξει σημάδια κινητικότητας με αιχμή την επιχείρηση «Ατσάλι» στο βόρειο Ιράκ. H αποτυχία της στρατοχωροφυλακής να περιορίσει τους κούρδους αντάρτες του PKK οδήγησε σε μαζική εισβολή 35.000 στρατιωτών σε μεγάλο βάθος στο Ιράκ με σκοπό τη δημιουργία ζώνης ασφαλείας απόλυτα αντίστοιχης με αυτή του Λιβάνου που είχε εγκαταστήσει το Ισραήλ. Το ρόλο των τοπικών συνεργατών έχουν αναλάβει Κούρδοι του βορείου Ιράκ άλλων πολιτικών παρατάξεων (KDP, PUK).
O εσωτερικός όμως εχθρός είναι αρκετός για να καθησυχάσει τη στρατιωτική κινητικότητα;
Στην πραγματικότητα η ισλαμική ολίσθηση της τουρκικής κοινωνίας είναι ο μεγαλύτερος εσωτερικός εχθρός.
Τα τουρκικά πολιτικά κόμματα κινούνται μέσα σε ένα πολύ στενό δίαυλο επιλογών. H πολιτική σκηνή της Τουρκίας φέρει την κληρονομιά του ευρωπαϊκού κεμαλικού εκσυγχρονισμού, τη σκιά του στρατού, την απειλή του Ισλαμισμού, την επικίνδυνα παρατεινόμενη λαϊκή ανέχεια, το μεγάλο εξωτερικό χρέος, την ασθμαίνουσα οικονομία, την αστάθεια ενός πολυφυλετικού πληθυσμού. H απάντηση που έχουν να προσφέρουν τα πολιτικά κόμματα είναι η τακτική μαστίγιου και καρότου. Οι αντίπαλοι του καθεστώτος (Σημ. 3) βασανίζονται, φυλακίζονται και λυντσάρονται, η αυτοδιάθεση των Κούρδων πνίγεται στο αίμα, η ελευθεροτυπία είναι ανύπαρκτη και στρατιωτικός νόμος κηρύσσεται συνεχώς σε περιπτώσεις λαϊκής αναταραχής. Από την άλλη μεριά προσφέρεται μια εξωτερική πολιτική επεκτατισμού, ογκώδη δημόσια έργα, ισχυρός στρατός, λαϊκισμός και εθνικισμός.
H πολιτική αυτή κάθε άλλο παρά θεραπεύει τα προβλήματα της τουρκικής κοινωνίας. Μια κοινωνία σε κρίση απαιτεί διέξοδο που θα είναι ή εσωτερικά ριζική, ή εξωτερικά επιθετική. H εσωτερική κρίση τα τελευταία χρόνια οδηγεί την κοινωνία σε επιστροφή στις ιστορικά σταθερές θρησκευτικές αξίες του Ισλάμ.
H ισχύ της Τουρκίας βασίζεται σε μια πολιτική παραδοχή. Οι τεράστιες δαπάνες εξοπλισμών και επιθετικής εξωτερικής πολιτικής σημαίνουν ένα απαράδεκτα χαμηλό βιοτικό επίπεδο. Δεν υπάρχουν απλώς αρκετά χρήματα για μεγαλοϊδεατισμό και κοινωνική ανάπτυξη. O ισλαμικός φονταμενταλισμός όμως εμφανίζεται κοινωνικά δίκαιος, αταξικός και αδιάφθορος.
O φτωχός και εξαντλημένος πληθυσμός προσελκύεται στα ισλαμικά κόμματα και τα υπερψηφίζει καθιστώντας όλο και πιο πιθανή την εγκαθίδρυση ισλαμικής εξουσίας. Μια τέτοια εξέλιξη όχι μόνο θα ανέτρεπε το καταστημένο αλλά θα διέλυε και τη σημερινή στρατιωτική συγκρότηση. Ένα ισλαμικό καθεστώς σχεδόν σίγουρα θα διατηρούσε την επιθετική πολιτική έναντι της Ελλάδας αλλά με νέα στρατιωτική δομή πιθανά ιρανικού τύπου.
Τα πολιτικά κόμματα εμφανίζονται διαιρεμένα και ανίκανα να διαχειριστούν την κρίση. Με εκλογικούς νόμους εξαμβλώματα και την παρέμβαση του στρατού η κατάσταση είναι ακόμα ελεγχόμενη αλλά κανείς δεν γνωρίζει για πόσο. O Τουρκικός Στρατός συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις αμφισβήτησης του και κοινωνικής αναταραχής αντιδρά μ' ένα ακόμα πραξικόπημα. H ισλαμική όμως ισχύ είναι τέτοια που μια αναίμακτη επιβολή του στρατού είναι μάλλον απίθανη. O στρατός, αν και εχθρικά διακείμενος με τους ισλαμιστές από την κεμαλική του παράδοση, δεν μπορεί να διακινδυνεύσει μία εμφύλια σύγκρουση. H κριτική των ισλαμικών κομμάτων προς τον κυβερνητικό συνασπισμό περιλαμβάνει ακόμα και πολλές κατηγορίες για ηττοπάθεια στην εξωτερική πολιτική.
Είναι πιθανό πως στο αδιέξοδο που εμφανίζεται το πολιτικό και στρατιωτικό κατεστημένο της Τουρκίας μπορεί να επιλέξει την ηρωική έξοδο. Μια μεγαλειώδης στρατιωτική επιθετική ενέργεια απέναντι σε ένα γνωστό εχθρό θα αποκαθιστούσε το κύρος της κυβέρνησης, θα ισχυροποιούσε τον ηρωικό πλέον στρατό και θα συσπείρωνε το λαό γύρω από το κατεστημένο. Θα απογυμνώνονταν ακόμα τα ισλαμικά κόμματα από τα επιχειρήματα περί ηττοπάθειας και θα έχαναν μεγάλο μέρος της λαϊκής υποστήριξης που θα συσπειρωνόταν γύρω από τη μαχόμενη με τον εξωτερικό εχθρό, εξουσία.
Συνολικά τα τεράστια εσωτερικά προβλήματα της Τουρκίας και η πολιτική της δομή ωθούν στην αναζήτηση ενός ορατού εξωτερικού εχθρού ο οποίος θα χρησιμεύσει για την εκτόνωση της κρίσης. H Ελλάδα είναι ο πρώτος υποψήφιος.

β. Στρατιωτικοί συσχετισμοί

H κούρσα των εξοπλισμών μεταξύ Ελλάδας-Τουρκίας συνεχίζεται αμείωτη. H συνθήκη CFE επέτρεψε τη μεταφορά μεγάλων ποσοτήτων υλικού προς τις δύο χώρες από τη δυτική και ανατολική Ευρώπη. Νέα οπλικά συστήματα ενσωματώθηκαν στις στρατιωτικές δομές και οι παραγγελίες συνεχίζονται με ακόμα πιο εξελιγμένα. (Σημ. 4)
Το ζήτημα βρίσκεται στην οικονομική ισχύ των δύο χωρών. Για πόσο δηλαδή χρονικό διάστημα θα είναι δυνατό να συνεχίζουν τα εξοπλιστικά τους προγράμματα. Και οι δύο χώρες κάθε άλλο παρά ανθηρές οικονομίες διαθέτουν. Αργά ή γρήγορα κάποια θα υποχρεωθεί να υποχωρήσει και να μειώσει τον στρατιωτικό προϋπολογισμό της. Για την Τουρκία το αδιέξοδο είναι το ίδιο είτε σταματήσει πρώτη είτε δεύτερη.
Τις τελευταίες δεκαετίες η τουρκική αριθμητική υπεροχή είναι δεδομένη αλλά η Ελλάδα έχει καταφέρει να διατηρεί ένοπλες δυνάμεις τέτοιας ισχύος που να καθιστούν πολιτικά και στρατιωτικά ασύμφορη την τουρκική επίθεση σε οποιοδήποτε μέτωπο.
Αν η Τουρκία μειώσει τώρα πρώτη τα εξοπλιστικά της προγράμματα σε λίγα χρόνια θα έχει απωλέσει και αυτήν την υπεροπλία. Καθώς μια στρατιωτική υπεροχή απαιτεί πρόγραμμα δεκαετιών για να επιτευχθεί, η απώλεια της θα σημάνει την αναβολή για πολλές δεκαετίες των τουρκικών βλέψεων στα ελληνικά εδάφη.
Αν αντίθετα η Ελλάδα σταματήσει πρώτη τον εξοπλισμό της, θα προσφέρει στην Τουρκία μια μοναδική ευκαιρία τακτικού πλεονεκτήματος που ίσως να καθιστά συμφέρουσα την επίθεση.
Και στις δύο περιπτώσεις η Τουρκία πιέζεται χρονικά. H άθλια οικονομική της κατάσταση την υποχρεώνει να αναστείλει ήδη πολλά εξοπλιστικά προγράμματα και η κοινωνική πίεση είναι τέτοια που σοβαρά κονδύλια απαιτούνται άμεσα για την ανακούφιση του πληθυσμού. Ακόμα το κουρδικό ζήτημα είναι οικονομική αιμορραγία καθώς το 1/4 της χώρας έχει αποκοπεί από την παραγωγική διαδικασία και οι στρατιωτικές επιχειρήσεις εκεί κοστίζουν πολύ (Σημ. 5). Έτσι η στρατιωτική ισορροπία μπορεί να γείρει κατά της Τουρκίας ή προς όφελος της. Και οι δύο περιπτώσεις μπορεί να την οδηγήσουν σε επιθετική ενέργεια στο κοντινό μέλλον από ανάγκη ή ευκαιρία.

γ. Ελληνική πολιτική

H Ελλάδα δεν διεκδικεί τίποτε και δεν παραχωρεί τίποτε. Το δόγμα που διατυπώθηκε πριν από 15 χρόνια μαστίζει ακόμα την εξωτερική μας πολιτική. Το ολοφάνερο γεγονός, ότι μια χώρα που δεν διεκδικεί τίποτε είναι διεθνώς ανύπαρκτη συνεχίζει να διαφεύγει από την πολιτική μας ηγεσία. H επιχειρηματολογία που εξηγεί το δόγμα σαν εκδήλωση ειρηνόφιλης πολιτικής αγνοεί την ελληνική ιστορία και γεωγραφία. Οι πολεμικές συρράξεις μας ακολουθούν ιστορικά και ενώ η αποφυγή τους ήταν πάντα θεμιτή λίγες φορές το καταφέραμε
. Δεν χρειάζεται να διεκδικεί η Ελλάδα γεωγραφικό χώρο. Το Σκοπιανό, το Πατριαρχείο και οι Έλληνες στην Κωνσταντινούπολη, το FIR Αθηνών, η υφαλοκρηπίδα, η εκμετάλλευση του Αιγαίου, η Βόρεια Ήπειρος αποτελούν διεκδικήσεις της Ελλάδας για τήρηση των διεθνών κανόνων, νόμων, συμφωνιών. Σε κανένα από αυτά τα προβλήματα η Ελλάδα δεν διεκδικεί εδάφη, νέες κτήσεις (Σημ. 6). H εξωτερική όμως πολιτική που διεκδικεί την εφαρμογή του δικαίου μπορεί να οδηγήσει σε σύρραξη και αυτό μας διαφεύγει.
H ασταθής εξωτερική μας πολιτική προσελκύει περισσότερα προβλήματα από όσα ιστορικά μας ανήκουν. Μια χώρα που αδυνατεί να στηρίξει διεθνώς ακόμα και τα ολοφάνερα δίκαια αιτήματά της εμφανίζεται και είναι ανίσχυρη. H αστάθεια τα τελευταία χρόνια μεταφέρεται και στο εσωτερικό με αποτέλεσμα τη δημιουργία αισθήματος ηττοπάθειας και αναμονής νέων τετελεσμένων. Το Κυπριακό όπως προαναφέραμε θεωρείται μια χαμένη υπόθεση, η στρατιωτική θητεία-καταναγκασμός (Σημ. 7), οι αμυντικές δαπάνες κατατρέχονται από την υποψία οικονομικών σκανδάλων, η ίδια η ιδέα της εθνικής ομοψυχίας τραυματίζεται. Τα γεγονότα στη Γιουγκοσλαβία και η προσέγγιση του πολέμου στα σύνορα μας δημιουργεί μια ακόμα μεγαλύτερη ανησυχία και τη βεβαιότητα στους πολίτες πως η μοίρα κρατών και λαών μπορεί να καθοριστεί από ξένες δυνάμεις. Μια λογική στα όρια του μυστικισμού και τα αλλεπάλληλα μακιαβελικά σενάρια που κυκλοφορούν πείθουν ή έστω πιέζουν το μέσο Έλληνα να περιμένει καρτερικά οτιδήποτε.
Χαρακτηριστικό φαινόμενο ηττοπάθειας είναι η διαμάχη που έχει ξεσπάσει στους κυβερνώντες σε ό,τι αφορά το προς τα που η Ελλάδα θα προσανατολιστεί για να επιτύχει προστασία από την Τουρκία! Έτσι έχουμε «Ευρωπαϊστές» και «Ατλαντιστές» που ο καθένας υποστηρίζει πως μια προσκόλληση (μέχρι δουλικότητας) στο NATO, στις ΗΠΑ, στη Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση, στην Ευρωπαϊκή Ένωση και όπου αλλού θα μας προσφέρει τη ζητούμενη ασφάλεια. Μόνιμη επωδός όλων είναι να τεθούν τα εθνικά θέματα στα διεθνή fora και με απόσπαση απειλητικών, έστω καταδικαστικών, έστω επικριτικών αποφάσεων, έναντι της Τουρκίας να αποδείξουμε το δίκαιο μας και να εξασφαλίσουμε προστασία.
Συνολικά η ελληνική πολιτική που δεν είναι ανεξάρτητη από το λαϊκό αίσθημα, όχι μόνο αδυνατεί να πείσει διεθνώς για τα ελληνικά δίκαια, αλλά σύρεται και σε παθητική αντιμετώπιση της πραγματικότητας και ειδικά της τουρκικής επιθετικότητας.
Μια τέτοια πολιτική που διακηρύττει μεγαλόστομα την απαραβίαστη ακεραιότητα της χώρας αλλά αδυνατεί να πείσει, δημιουργεί την υποψία της ανοχής. Μιας χώρας δηλαδή που σε μεγάλη πίεση (όπως αυτής μιας πολεμικής συρράξεως) θα επιλέξει την πολιτική υποχώρηση και το συμβιβασμό.
- Από το 1950 ανεχόμαστε το μύθο του Μακεδονικού γιατί είμαστε αδύναμοι να πιέσουμε την επαμφοτερίζουσα πολιτικά Γιουγκοσλαβία.
- Από το 1950 ανεχόμαστε την καταπίεση των Ελλήνων στη Βόρεια Ήπειρο στο όνομα των ψυχροπολεμικών ισορροπιών.
- Το 1955 ανεχθήκαμε τις σφαγές της Κωνσταντινούπολης γιατί είμαστε αδύναμοι να αντιδράσουμε αποφασιστικά.
- Το 1959 δεχθήκαμε τη συμφωνία της Ζυρίχης γιατί ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσαμε να πετύχουμε εκείνη την εποχή.
- Το 1974 η Ελλάδα ανέχθηκε την εισβολή στην Κύπρο γιατί ήταν αδύναμη στρατιωτικά να αντιμετωπίσει την Τουρκία.
- Από το 1974 ανεχόμαστε τις τουρκικές παραβιάσεις των εναέριων και θαλάσσιων συνόρων μας για να μην οξύνουμε τις διμερείς μας σχέσεις. Γιατί η Τουρκία εκτιμώντας την πολιτική μας ιστορία και την τελευταία ένταση της ηττοπάθειας να μην θεωρήσει πως είναι ώριμη η επιλογή μιας επιθετικής ενέργειας;

δ. Διεθνής πολιτική

O μακιαβελισμός είναι η εύκολη εξήγηση και ερμηνεία της διεθνούς σκηνής. Μυστικές συμφωνίες, πρωτόκολλα, κατάσκοποι, σαμποτάζ και υπονομεύσεις συνθέτουν στη λαϊκή φαντασία τις διεθνείς σχέσεις, ιδιαίτερα όταν εμπλέκονται και μεγάλες δυνάμεις.
Ενώ όλα τα παραπάνω σίγουρα συμβαίνουν, η πραγματικότητα καθορίζεται τις περισσότερες φορές, από τις σταθερές εθνικές επιδιώξεις και την ισορροπία δυνάμεων. H παρέμβαση των ισχυρών χωρών σε περιοχές τόσο μακριά από τα σύνορα τους είναι ανάλογη με το μέγεθος των συμφερόντων τους εκεί. H διεθνής πολιτική ενώ βρίθει από επίσημες συμφωνίες και αναγνωρισμένα δικαιώματα βρίθει επίσης και από χιλιάδες παραδείγματα καταπάτησης ή επιλεκτικής εφαρμογής τους.
H ελληνική ιστορία αποτελεί ένα σπάνιο σύνολο τέτοιων παραδειγμάτων. Μόνο μέσα στον 20ο αιώνα από τους Βαλκανικούς αγώνες μέχρι το Σκοπιανό μπορούμε να εξάγουμε κάποιες διεθνείς σταθερές της πολιτικής.
- Δεν υπάρχουν σταθεροί σύμμαχοι και εχθροί.
- Κάθε συμφωνία ισχύει όσο είναι χρήσιμη.
- Το δίκαιο δεν εφαρμόζεται παρά μόνο όταν είναι και γεωπολιτικά συμφέρον.
- Καμία διεθνή εγγύηση δεν καλύπτει μία χώρα.
- Οι διεθνείς οργανισμοί εξυπηρετούν πρώτα τα ισχυρά μέλη τους.
- Κάθε αδυναμία ή ένδειξη αδυναμίας μιας χώρας πρέπει να αξιοποιείται από τις αντίπαλες της.
- Καμία χώρα χωρίς μακρόπνοο σχεδιασμό και επιδιώξεις δεν επιβιώνει ακέραια.
Οι προκλήσεις της Τουρκίας και οι κατακτητικές διαθέσεις της ενώ αναγνωρίζονται διεθνώς αντιμετωπίζονται ως εξής:
O OHE προσπαθεί πλαγίως να αποχωρήσει από το Κυπριακό και τα τελευταία χρόνια θεωρεί την Ελλάδα και την Τουρκία σαν συνυπεύθυνες για τα μεταξύ τους προβλήματα.
Οι ΗΠΑ συστήνουν στην Ελλάδα να επιδείξει αυτοσυγκράτηση για το καλό της Συμμαχίας και τη σταθερότητα της περιοχής. Ταυτόχρονα δεν αναγνωρίζουν την εφαρμογή των 12 μιλίων στο Αιγαίο και εξοπλίζουν την Τουρκία πολλές φορές με πολύ ευνοϊκότερους όρους από ότι την Ελλάδα.
Το NATO θεωρεί πως οι ελληνοτουρκικές διαφορές είναι διμερείς και δεν πρέπει να μεταφέρονται στη Συμμαχία.
H Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση δέχτηκε την Ελλάδα ως μέλος και την Τουρκία ως συνεργαζόμενη και επιδιώκει τη νομική κατοχύρωση της μη επέμβασης σε περίπτωση σύρραξης μόνιμου μέλους και συνεργαζόμενου.
H Ευρωπαϊκή Ένωση προωθεί χρηματοδοτικά πρωτόκολλα για την Τουρκία, ειδική εμπορική σχέση και η Ελλάδα κατηγορείται ότι εμποδίζει τη σύγκληση των δύο μερών.
Οι αραβικές χώρες τηρούν στάση ουδετερότητας και μερικές έχουν ουσιαστικά αναγνωρίσει το κυπριακό ψευδοκράτος.
Καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει μεταβάλλει τη στάση της απέναντι στην Τουρκία εξαιτίας της επιθετικότητας της στην ευρύτερη περιοχή (Σημ. 8). Οι Βαλκανικές χώρες προσβλέπουν σε στενές σχέσεις με την Τουρκία (Αλβανία, Σκόπια) ή τηρούν απόμακρη στάση με φραστική μόνο υποστήριξη προς την Ελλάδα (Ρουμανία, Βουλγαρία). Με την οικονομική κατάρρευση, λόγω διάλυσης του Ανατολικού μπλοκ και του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία, καμία χώρα δεν είναι σε θέση και δεν επιθυμεί να εμπλακεί σε μια πιθανή σύρραξη Ελλάδας-Τουρκίας.

Μια στρατιωτική ενέργεια της Τουρκίας κατά της Ελλάδας θα συναντήσει σοβαρή διεθνή αντίδραση μόνο αν:
- Είναι τέτοιου τύπου που να διακινδυνεύεται μακροχρόνιος πόλεμος.
- Δεν έχει καμία τυπική αφορμή έστω και ελάχιστη που να μπορεί να χρησιμεύσει σαν δίκαιο αίτιο πολέμου.
- Είναι παράλογα ογκώδης και προκλητική, σε μεγάλο μέτωπο και βάθος που να υποδηλώνει απόπειρα κατάκτησης ολόκληρης της χώρας.
- Συνοδευτεί από εγκλήματα πολέμου τουλάχιστον τέτοιου όγκου που να πυροδοτήσουν την κοινή γνώμη.

Πριν την κατάρρευση του Ανατολικού μπλοκ ένα από τα σοβαρότερα επιχειρήματα που στήριζαν την άποψη ότι η Ελλάδα δεν κινδυνεύει στρατιωτικά από την Τουρκία ήταν η αμυντική συνοχή του NATO. Πράγματι μια πολεμική σύρραξη θα σήμαινε τη διάλυση της νοτιοανατολικής πτέρυγας της Συμμαχίας με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση όλου του αμυντικού της ιστού.
Σήμερα μετά τη συρρίκνωση της Ρωσίας και τη λήξη του «Ψυχρού Πολέμου» η συνοχή του NATO είναι μικρότερης σημασίας. H Συμμαχία μπορεί να αντέξει μια σχετικά περιορισμένη σύρραξη μελών της και να κρατηθεί στην πράξη μακριά. Ίσως ακόμα κάποιοι κύκλοι της να βλέπουν ευνοϊκά μια τέτοια σύρραξη αν εκτιμούν ότι με τη λήξη της θα υπάρχει μεγαλύτερη γεωπολιτική ισορροπία στην περιοχή.
Ακόμα η πρόσφατη αποτυχία των διεθνών ειρηνευτικών επεμβάσεων στη Σομαλία και τη Γιουγκοσλαβία έχει αποθαρρύνει τη διεθνή κοινή γνώμη για την αποτελεσματικότητα τέτοιων ενεργειών στο μέλλον.
Συνολικά η Τουρκία μπορεί να περιμένει σε μια στρατιωτική της επίθεση κατά της Ελλάδας περιορισμένη διεθνή αντίδραση. Περιορισμένη χρονικά και ποιοτικά που με καλές δημόσιες σχέσεις και τη διακριτική στήριξη άλλων χωρών μπορεί να είναι και ελάχιστη. O πόλεμος στο Περσικό κόλπο και η συνεχιζόμενη αστάθεια στις τέως σοβιετικές μουσουλμανικές δημοκρατίες έχει αυξήσει το διεθνές κύρος της Τουρκίας και οι περισσότερες δυτικές χώρες δεν επιθυμούν να αποκοπούν από αυτήν (Σημ. 9).

Το αδιέξοδο

H Τουρκία οδηγείται τα τελευταία χρόνια σε αδιέξοδο. H μακροχρόνια επιθετική της πολιτική έναντι της Ελλάδας προκαλεί οικονομικό και πολιτικό μαρασμό. Από την κυπριακή «επιτυχία» έχει περάσει αρκετός χρόνος και οι ενδιάμεσες επιτυχίες δεν έχουν γεωγραφικό και στρατιωτικό αντίκρισμα. H διόγκωση των κοινωνικών προβλημάτων στο εσωτερικό, η άνοδος του Ισλαμισμού και το Κουρδικό αφαιρούν δυναμικότητα από τις βλέψεις της προς τα έξω. Δύο λύσεις εμφανίζονται στον ιστορικό ορίζοντα αυτής της χώρας. 'H θα εγκαταλείψει το μεγαλοϊδεατισμό για πολλές δεκαετίες και θα προσπαθήσει ειρηνικά να εξελίξει την κοινωνία της ή θα επιλέξει την εξαγωγή προβλημάτων και την πιθανή επίλυση τους με μια εντυπωσιακή στρατιωτική ενέργεια προς μια γειτονική χώρα.
H απάντηση στη φτώχεια και την ανέχεια του τουρκικού λαού μπορεί να είναι από την εποχή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας το όραμα της Μεγάλης Τουρκίας. H μέση Δυτική Δημοκρατία επιλέγει συνήθως και τη μέση λύση που είναι η συντήρηση της κοινωνικής ισορροπίας και η διπλωματική επιδίωξη των διεθνών στόχων της. H Τουρκία όμως πολύ απέχει από τη δημοκρατική Δύση και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει είναι τόσο πιεστικά και ειδικά που αυτοπεριορίζεται σε ακραίες λύσεις. Την ακραία σε σχέση με το παρελθόν της, ειρηνική ή την ακραία και συμβατή με τις ιστορικές επιλογές της, πολεμική. Ιστορικά άλλωστε ένα καταπιεστικό καθεστώς είθισται να επιλέγει τη σχεδόν λυτρωτική σύγκρουση με τον εξωτερικό εχθρό (Σημ. 10).
Σταδιακά οι παράγοντες που επηρεάζουν την τουρκική πολιτική συγκλίνουν και ευνοούν την επιθετική λύση. Οι στρατιωτικοί συσχετισμοί παρόλο που δεν είναι απόλυτα ευνοϊκοί δεν προβλέπεται στα επόμενα χρόνια να καλυτερεύσουν, η διεθνής πίεση είναι χαλαρή, η ελληνική εξωτερική πολιτική σκηνή τελματωμένη. Συγκροτείται δηλαδή στο προσεχές μέλλον ένας συνδυασμός παραγόντων και συγκυριών που μεγιστοποιούν την πιθανότητα μιας στρατιωτικής επίθεσης.

Τι τύπου και στόχου θα μπορούσε να είναι μια τέτοια επίθεση; Τα σενάρια είναι γνωστά αλλά θα επισημάνουμε μερικές λεπτομέρειες. Καταρχήν απαιτείται μια εύσχημη δικαιολογία. Τα γεγονότα του 1955 είχαν έναρξη μια προβοκάτσια, η εισβολή στην Κύπρο το πραξικόπημα του Σαμψών. Μια αφορμή θα μπορούσε να ήταν ταραχές της μειονότητας στη Θράκη ή μια επανάληψη των εξόδων του «Σισμίκ», μια απόπειρα εναντίον τούρκου διπλωμάτη (Σημ. 11). H εύρεση της αφορμής είναι δυστυχώς εύκολη και με κυνικό χειρισμό μπορεί να είναι και πραγματικά σημαντική.
Θα ακολουθούσε μια αστραπιαία και χωρίς καμία προειδοποίηση επίθεση με σκοπό την κατάληψη συγκεκριμένου γεωγραφικού χώρου. Αυτός θα μπορούσε να είναι ένα από τα μικρά ελληνικά νησιά που δεν έχουν οχύρωση, ένα κομμάτι της Θράκης, η Λευκωσία.
H όλη επιχείρηση θα είχε σαν στόχο την όσο πιο γρήγορη κατάληψη του επιλεγμένου χώρου και τη σταθεροποίηση του. Θα υπάρχει ταυτόχρονα και διπλωματική προσπάθεια που θα διαβεβαιώνει σε όλους τους τόνους ότι πρόκειται για μικρής κλίμακας ενέργεια για λόγους εθνικής ασφαλείας π.χ. για προστασία της μειονότητας. H προσπάθεια αυτή θα γίνει για τη δημιουργία το δυνατόν γρηγορότερα τετελεσμένου, την επίτευξη ανακωχής και το σύρσιμο της Ελλάδας στο γνωστό θέατρο των διαπραγματεύσεων.

Πιθανών όλα τα παραπάνω να αποτελούν μια καταστροφολογική προφητεία. H ελληνική ιστορία όμως είναι γεμάτη από καταστροφές και δεν μας παρέχει το δικαίωμα να αγνοούμε και το ασχημότερο σενάριο.
H Τουρκία οδηγείται από το μεγαλοϊδεατισμό της, μια αντίληψη που στην Ελλάδα εξαφανίστηκε με την καταστροφή του 1922. H αντικατάσταση όμως του ελληνικού μεγαλοϊδεατισμού του '22 με την ομφαλοσκόπηση του '90 είναι μια απογοητευτική εξέλιξη. H τουρκική απειλή είναι ορατή σχεδόν τόσο έντονα που μεγάλο κομμάτι του ελληνικού πληθυσμού να παρουσιάζει πια έλλειψη αντοχής να συμβιώνει με αυτήν.
H ιδέα για μια τελική διαπραγμάτευση εφ' όλης της ύλης με την Τουρκία που θα κλείσει τα ανοιχτά μέτωπα μια και καλή κυοφορείται εδώ και πολύ καιρό. Το Κυπριακό οδηγείται στην επαίσχυντη λύση της ομοσπονδίας, η Θράκη ερημώνει από τη μετανάστευση των Ελλήνων στο εξωτερικό και εσωτερικό, τα νησιά του Αιγαίου εξακολουθούν να είναι από τις φτωχότερες περιοχές της χώρας.
H ονειρική μεγάλη διαπραγμάτευση που τόσο έντονα μας την συστήνουν και οι φίλες χώρες υποτίθεται ότι θα λύσει τα προβλήματα με την Τουρκία. Μας υπόσχεται μια διαρκή ειρήνη αλλά και το αντίτιμο φαίνεται μικρό. Θα είναι όμως σίγουρα μεγαλύτερο από αυτό που η Τουρκία μπορεί στρατιωτικά να κατακτήσει. Ίσως αυτό να είναι και η τουρκική επιδίωξη. Να τεθεί η Ελλάδα μπρος σε ένα δίλημμα:
Πόλεμο με μία απεγνωσμένη Τουρκία που θα αρπάξει τη μεγάλη ευκαιρία ή ειρήνη με υψηλό αντίτιμο και κυριαρχικές παραχωρήσεις;
Θα επαναλάβουμε μια διαπίστωση: Κάθε συμφωνία ισχύει όσο είναι χρήσιμη. 1/4,τι η Ελλάδα παραχωρήσει σε μια πιθανή διαπραγμάτευση με αντίτιμο την ειρήνη θα παραμείνει στην Τουρκία μέχρι αυτή να νιώσει ξανά ισχυρή. Τότε θα επανέλθει ζητώντας ακόμα περισσότερα.
Αυταπατώνται όσοι πιστεύουν σε εγγυήσεις και συμφωνίες. H επιθετική πολιτική της Τουρκίας απέναντι στην Ελλάδα είναι παλαιά, σταθερή και διαρκής. H Ελλάδα σήμερα έχει φτάσει σε μια γεωγραφική και πολιτική θέση που δεν μπορεί να παραχωρήσει το παραμικρό. H απολυτότητα αυτή είναι ταυτόχρονα και το εθνικό μας φορτίο.
Σε μια πιθανή σύρραξη ή διαπραγμάτευση δεν θα διακινδυνεύσουμε μόνο την απώλεια χώρου και κυριαρχίας. Θα διακινδυνευθεί η απώλεια ζωτικών κομματιών ελληνικής ύπαρξης, μια στρατιωτική ή διπλωματική ήττα δηλαδή θα είναι αβάσταχτη ηθικά και ιστορικά.
Πέρα από τα τετραγωνικά μέτρα ένα έθνος σε συνεχή υποχώρηση κάποια στιγμή παύει να επιθυμεί να ζήσει.

Στο μέλλον

Θα ήταν τεράστιο λάθος να χρησιμοποιηθεί η συνεχής απειλή από την Τουρκία σαν η αιτία για μια μιλιταριστική στροφή της Ελλάδας. H χώρα μας διανύει μια πολυετή λιτότητα, έχει σοβαρά κοινωνικά προβλήματα και ένα πολιτικό χαρακτήρα ειρηνικό. Απλά δεν έχουμε τη δυνατότητα μιας ισραηλινού τύπου στρατιωτικής ετοιμότητας.
Αν στο κοντινό μέλλον διαφαίνεται πολύ πιθανή μια στρατιωτική επίθεση της Τουρκίας, η Ελλάδα δεν μπορεί παρά να αντιτάξει ισχυρές ένοπλες δυνάμεις, με ριζικά νέα διάρθρωση και νοοτροπία, πλήρη αμυντικά σχέδια και αποτελεσματική παλλαϊκή άμυνα. H συνέχιση των ελληνικών εξοπλιστικών προγραμμάτων επιβάλλεται μόνο όμως με την αναδιάρθρωση της στρατιωτικής μας δομής.
Οι σοβαρές ελλείψεις του ελληνικού στρατού σε μεταφορικά μέσα, επικοινωνίες, μοντέρνα πυρομαχικά, ευέλικτες μονάδες, αερομεταφορά, κέντρα διοίκησης (C�, C�) και πάνω από όλα η απαράδεκτα πολυπρόσωπη γραφειοκρατική δομή Νατοϊκού στρατού της δεκαετίας του '50 μπορούν να αχρηστεύσουν και το καλύτερο άρμα, το καλύτερο αεροσκάφος, πριν καν αυτό κληθεί στη μάχη. Αλλά η συσσώρευση όπλων δεν έχει αξία χωρίς τον κατάλληλο ανθρώπινο υλικό που θα τα αξιοποιήσει. H αδυναμία του ελληνικού στρατού να εκμεταλλευθεί το δυναμικό του, ιδιαίτερα τους εφέδρους είναι γνωστή.
H Ελλάδα έχει και αυτή τα πιεστικά χρονικά όρια της Τουρκίας. Οι δύο χώρες βαδίζουν μαζί, η μεν Τουρκία στο αδιέξοδο που προαναφέραμε που πιθανά να την οδηγήσει στην επιθετική λύση και η Ελλάδα στην αναγκαιότητα να ανανεώσει τις ένοπλες δυνάμεις της, να επιλύσει τα χρόνια προβλήματα τους, να προετοιμαστεί τελικά για τη χειρότερη δυνατή εξέλιξη.
Το πιο σημαντικό όμως είναι να έχει μέχρι τότε η χώρα μας συνθέσει ένα ιστό κοινωνικά συμπαγή και με εθνικό οραματισμό που θα ενώσει τους πολίτες στις κρίσιμες ώρες. Τελικά το πιθανό αδιέξοδο πρέπει να είναι μόνο μια νέα αρχή.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Σημ. 1 Καταστράφηκαν 1.004 σπίτια, 4.348 καταστήματα, 110 εστιατόρια, 21 εργοστάσια, 11 κλινικές, 12 ξενοδοχεία, 27 φαρμακεία, 71 εκκλησίες, 26 σχολεία, 2 νεκροταφεία. Οι μαζικοί ξυλοδαρμοί και οι βιασμοί δεν καταγράφησαν ποτέ ακριβώς.

Σημ. 2 Το τελευταίο πραξικόπημα ήταν το 1980. Τα σημάδια του είναι εμφανή καθώς οι σημερινοί πολιτικοί ηγέτες της Τουρκίας είναι οι πολιτικοί απόγονοι του στρατηγού Κενάν Εβρέν που μεταπήδησε από αρχηγός χούντας σε πρόεδρο της Τουρκικής Δημοκρατίας. Το πέρασμα από χούντα σε δημοκρατία το 1983 έγινε με τους όρους του στρατού.

Σημ. 3 O όρος Τουρκική Δημοκρατία είναι ασύμβατος με την καθημερινότητα αυτής της χώρας.

Σημ. 4 Πλήρης ανάλυση σε προηγούμενα τεύχη της ΠΤΗΣΗΣ, κυρίως τ. 125.

Σημ. 5 Και η οικονομική στήριξη του κυπριακού ψευδοκράτους έχει αρχίσει να βαραίνει την τουρκική οικονομία με αποτέλεσμα τη δημόσια απαίτηση πολλών πολιτικών να επανεξεταστεί η βιωσιμότητα του.

Σημ. 6 Παρόλο που πολλοί νεόκοποι πολέμαρχοι στη χώρα μας διακηρύττουν πολέμους και ονειρεύονται την αναβίωση του Βυζαντίου (!) η πλειοψηφία των Ελλήνων αποδεικνύεται ψύχραιμη και ειρηνική.

Σημ. 7 Δυστυχώς η λειτουργία του Ελληνικού Στρατού δεν προδιαθέτει κανένα στρατιώτη ευνοϊκά καθώς επικρατεί κομματικοποίηση, άσχημες συνθήκες διαβίωσης και ρουσφετολογία.

Σημ. 8 Οι φραστικές καταδίκες δεν έχουν ουσιαστική σημασία. Το εμπάργκο όπλων που κατά καιρούς έχει επιβληθεί στην Τουρκία είτε δεν κράτησε παρά ελάχιστα είτε παραβιάστηκε σιωπηρά για λόγους ασφαλείας.

Σημ. 9 Έτσι γίνονται κατανοητές και οι συνεχείς παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία, η εισβολή στο Ιράκ, οι δολοφονίες δημοσιογράφων κ.λπ.

Σημ. 10 O πόλεμος στα νησιά Φόκλαντς μεταξύ Αργεντινής - M. Βρετανίας είναι ένα δείγμα αυτής της ηρωικής εξόδου. H M. Βρετανία τηρώντας τις αυτοκρατορικές και αποικιοκρατικές της παραδόσεις απάντησε στην πρόκληση της αργεντινής χούντας και τελικά ανακούφισε και τα δικά της εσωτερικά προβλήματα με τη λαϊκή ομοψυχία που δημιουργήθηκε.

Σημ. 11 H περιοδεία Ακτουνά στη Θράκη θα μπορούσε κάλλιστα να είναι μια αφορμή αν συνέβαιναν αιματηρά επεισόδια, ο θάνατος σε ατύχημα του τέως βουλευτή Σαδίκ ακόμα μια.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΥ Σ.: Από τον Εμφύλιο στη Χούντα, εκ. Παπαζήσης
BOYPNA T.: Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας, εκ. Τολίδη
ΚΡΑΝΙΔΙΩΤΗ Γ.: Το κυπριακό πρόβλημα 1960-1974, εκ. Θεμέλιο
BEPEMH Θ.: Ελληνοτουρκικές σχέσεις, εκ. Σακκούλας
ΤΣΟΥΚΑΛΑ K.: H ελληνική τραγωδία, εκ. Νέα Σύνορα
MAPKEZINH Σ.: Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδας, εκ. Πάπυρος
ΤΕΝΕΚΙΔΗ Γ., ΚΡΑΝΙΔΙΩΤΗ Γ.: Κύπρος: Ιστορία, προβλήματα και αγώνες του λαού της, εκ. Εστία
ΡΟΥΜΠΑΤΗ Γ.: O Δούρειος Ίππος, εκ. Οδυσσέας
ΒΑΛΗΝΑΚΗ Γ.: Εισαγωγή στην ελληνική εξωτερική πολιτική 1949-1988, εκ. Παρατηρητής
ΚΑΨΗ Γ.: Οι τρεις μέρες του Μάρτη, εκ. Λιβάνη
Περιοδικά: ΠΤΗΣΗ, Σύγχρονος Στρατός, Οικονομικός Ταχυδρόμος, Economist, Time
Πηγή: http://www.mjourney.com/digest/8ema/Turkey.html

1 σχόλιο:

  1. Συγχαρητήρια για το άρθρο. Πολύ καλό και εμπεριστατωμένο.

    Με τιμή και χαρά είμαι ο πρώτος αναγνώστης σας και επειδή δεν έχω άλλο τρόπο να επικοινωνήσω μαζί σας αποφάσισα μεσω τρου σχολίου μου να σας ενημερώσω ότι από σήμερα θα βρίσκεται το ιστολόγιό σας στις λίστες των συνδέσμων μας και στα ιστολόγια που παρακολουθούμε. Μπορείτε να μας στέλνεται αναρτήσεις σας για ενημέρωση ή και αναδημοσίευση στο email Που θα βρείτε στο blog μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή